
Μπορεί το Château Cheval Blanc να μην βρίσκεται ανάμεσα στα όνειρα που έκανες παιδί, η δοκιμή του ωστόσο αποτελεί για κάθε οινόφιλο μια μοναδική εμπειρία. Μπορεί ακόμα να φθάσει μέχρι και στην πραγματοποίηση ενός ονείρου, ειδικά όταν μιλάμε για ένα Cheval στο σημείο της ωριμότητάς του, όπως από την εξαιρετική σε κλιματολογικές συνθήκες χρονιά του 1989.
Δηλαδή τι άλλο θα ήθελες να ζήσεις παραπάνω; Ένα τελικό του Rolland Garros, μια φόρμουλα 1 στη πίστα του Μονακό, μια Γαλλιδούλα στο πρόσωπο της οποίας θα βρεις τον έρωτα της ζωής σου; Άντε και λίγο από το Cheval Blanc του 1947 και του 1961, που έχουν αποκτήσει φήμη αντίστοιχη ενός θρύλου!
Φυσικά και το κάστρο με τα λευκά άλογα κοστίζει μια μικρή περιουσία, για αυτό και για τους περισσότερους από εμάς η αγορά μιας φιάλης θα παραμείνει στην σφαίρα του ανέφικτου. Είναι ίσως η ιστορία του που χάνεται πίσω στο 1832, είναι ακόμα το γεγονός ότι αποτελεί ένα από τα luxury brands της LVMH που μαζί με την τρομακτική του ποιότητα το εκτοξεύουν στην οικονομική τροπόσφαιρα. Μπορεί να είναι ακόμα ότι ο Τζέμης Μποντ έπινε Cheval Blanc, μάλλον από τη χρονιά του 1982 στην ταινία Never Say Never Again...
Με καινούριο διαστημικό state-of-art κελάρι, που μπήκε σε λειτουργία to 2011 και κόστισε 13 εκατ. ευρώ, όπως επίσης με αδιάλειπτη παρουσία ανάμεσα στα 4 πλέον Premier Grand Cru Classe A της κατάταξης του St Emilion, το Cheval Blanc έχει status και τιμή τουλάχιστον μέχρι το 2007 υψηλότερη των αντίστοιχων first growth του Medoc.
Αυτό που είναι εντυπωσιακό βέβαια με το Cheval, όπως με αρκετά από τα μεγάλα κρασιά, είναι ότι στις περισσότερες περιπτώσεις η παραγωγή τους πατάει σε πολύ απλές τεχνικές.
Το knowhow βασίζεται απλά στην παράδοση και η τεχνολογία είναι διαθέσιμη για να υπηρετεί το ταλέντο του οινοποιού. Έτσι οι 52 εντυπωσιακές τσιμεντένιες δεξαμενές σε σχήμα αυγού είναι εκεί γιατί το Cheval Blanc οινοποιείται για πάνω από 100 χρόνια σε αυτό το υλικό, από την άλλη βέβαια ο μεγάλος αριθμός τους επιτρέπει την ξεχωριστή οινοποίηση διαφορετικών αμπελοτεμαχίων ώστε να αναδεικνύεται κάθε πτυχή του terroir. Το κολλάρισμα με τη σειρά του γίνεται σπάζοντας απλά δυο αυγουλάκια σε κάθε βαρέλι, αλλά ταυτόχρονα υπάρχει η οικονομική δυνατότητα το ξύλο να προέρχεται από 7 διαφορετικά κορυφαία βαρελοποιία.
Όπως σε όλη τη δεξιά όχθη (με εξαίρεση το Figeac) το Cabernet Franc και το Merlot έχουν το πάνω χέρι, με το πρώτο να χαρίζει κομψότητα, αρωματική πολυπλοκότητα, αξεπέραστη φυτικότητα, τανίνες που χαρίζουν αντοχή στο χρόνο και οξύτητα που φρεσκάρει, ενώ το δεύτερο συμπληρώνει το χαρμάνι με ζουμερό φρούτο, υψηλότερο αλκοόλ, στρογγυλάδα και πλούτο.
Ανοίγοντας ένα Cheval Blanc του 1989 μετά από 25 χρόνια στη φιάλη είναι σαν να κάνεις ένα κομψό ταξίδι στο χρόνο. Το χρώμα του κρασιού ακόμα ζωηρό με τις πρώτες καφέ ανταύγειες να κάνουν μόλις την εμφάνιση τους. Το μπουκέτο σε πλήρη ανάπτυξη με τον αλάθητα ‘πράσινο’ χαρακτήρα του Cabernet Franc να ‘περιτριγυρίζεται’ από κόκκινο φρούτο, κέδρο, μέντα, και ζωικές νύξεις. Το στόμα μαλακό, ελκυστικό, περισσότερο κομψό παρά γεμάτο δύναμη, με βελούδινες τανίνες και εξαιρετική ακόμα φρεσκάδα που θα το φτάσει εύκολα μέχρι το τέλος της δεκαετίας. Ένα κρασί στο απόγειό του, ένα Bordeaux ολοκληρωμένο από κάθε άποψη που στην προκειμένη περίπτωση έχανε λίγο σε ένταση και φρεσκάδα συγκριτικά με την καλύτερη φιάλη που δοκιμάσαμε τον χειμώνα. (93/100)
***η κεντρική φωτό είναι από το www.jardinsduciel.centerblog.net/